EPICUROS21

ΟΜΑΔΑ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΚΑΙ ΒΙΩΜΑΤΙΚΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΣΗΜΕΡΑ

Η ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΣΤΟΝ 21ο ΑΙΩΝΑ

Νέες οπτικές και προεκτάσεις

Ο ήλιος του απογεύματος, του Κ.Π. Καβάφη ( Μια σύντομη ανάλυση του ποιήματος, υπό το πρίσμα της Επικούρειας Φιλοσοφίας από την Έλλη Πένσα )

 

Την κάμαρην αυτή, πόσο καλά την ξέρω.
Τώρα νοικιάζονται κι αυτή κ’ η πλαγινή
για εμπορικά γραφεία. Όλο το σπίτι έγινε
γραφεία μεσιτών, κ’ εμπόρων, κ’ Εταιρείες.

A η κάμαρη αυτή, τι γνώριμη που είναι.

Κοντά στην πόρτα εδώ ήταν ο καναπές,
κ’ εμπρός του ένα τουρκικό χαλί·
σιμά το ράφι με δυο βάζα κίτρινα.
Δεξιά· όχι, αντικρύ, ένα ντολάπι με καθρέπτη.
Στη μέση το τραπέζι όπου έγραφε·
κ’ η τρεις μεγάλες ψάθινες καρέγλες.
Πλάι στο παράθυρο ήταν το κρεββάτι
που αγαπηθήκαμε τόσες φορές.

Θα βρίσκονται ακόμη τα καϋμένα πουθενά.

Πλάι στο παράθυρο ήταν το κρεββάτι·
ο ήλιος του απογεύματος τώφθανε ώς τα μισά.

…Aπόγευμα η ώρα τέσσερες, είχαμε χωρισθεί
για μια εβδομάδα μόνο … Aλλοίμονον,
η εβδομάς εκείνη έγινε παντοτινή.
==============================
Τhe Afternoon Sun
This room, how well I know it.
Now they’re renting it, and the one next to it,
as offices. The whole house has become
an office building for agents, businessmen, companies.

This room, how familiar it is.

The couch was here, near the door,
a Turkish carpet in front of it.
Close by, the shelf with two yellow vases.
On the right—no, opposite—a wardrobe with a mirror.
In the middle the table where he wrote,
and the three big wicker chairs.
Beside the window the bed
where we made love so many times.

They must still be around somewhere, those old things.

Beside the window the bed;
the afternoon sun used to touch half of it.

. . . One afternoon at four o’clock we separated
for a week only. . . And then—
that week became forever.

C P Cavafy (1863 – 1933)
translated by E Keeley

Μια σημείωση: Η αξιόλογη μετάφραση στα αγγλικά, του παραπάνω Ποιήματος, έγινε από τον Edmund Keeley, αλλά έχει ένα σημαντικό λάθος και είναι σε αυτόν τον στίχο:
<<Θα βρίσκονται ακόμη τα καημένα πουθενά>>.
Και ο μεταφραστής, αυτόν τον στίχο, τον μετέφρασε στα αγγλικά:
<>.
Θα τράβαγε τα μαλλιά του ο Καβάφης. Καμία σχέση. Του καταστρέψανε άθελά τους, το «επίθετο» που προσδιορίζει όλα τα «πράγματα-αντικείμενα», κι όπως τα αναφέρει στο Ποίημά του… Ενώ ο Keeley είχε στη γλώσσα του, τα αγγλικά, τη λέξη, «καημένα» που δίδεται με τη λέξη «poor», και όχι «οld» (παλιά), απορώ, γιατί δεν το πρόσεξε! Ίσως επειδή στην γλώσσα του, αν έγραφε «poor things» ενός αγγλόφωνου πάει το μυαλό του σε αξιολύπητα πρόσωπα-άτομα. Εξ’ ου και ο τίτλος της τελευταίας ταινίας του Λάνθιμου. 😊 Ας έγραφε τότε, ο μεταφραστής, αντί «poor things», «poor stuff». Τα επίθετα που χρησιμοποιεί ο Καβάφης στους στίχους του, είναι τα πλέον σημαντικά, ώστε να καταλάβει κανείς, τι θέλει να πει και σε τι στοχεύει! Και έχει σημασία αυτό διότι ο Ποιητής, το επίθετο «καημένα» δεν την έβαλε τυχαία σ’ αυτό το στίχο και επιτρέψτε μου, να κάνω μια προσπάθεια, αυτό να το αιτιολογήσω παρακάτω.
—————————————————————————–
Μια σύντομη ανάλυση του ποιήματος, υπό το πρίσμα της επικούρειας φιλοσοφίας, ξεκινώντας με την επικούρεια προσφώνηση XVIII.(18) και μ’ αυτήν θα καταλήξουμε, ώστε να δούμε καθαρά πού είναι το όφελος και πού η βλάβη, και ειδικά και γενικά! 😊
« Ἀφαιρουμένης προσόψεως καὶ ὁμιλίας καὶ συναναστροφῆς ἐκλύεται τὸ ἐρωτικὸν πάθος».
Και στα νέα ελληνικά:
«Αφαιρούμενης της εμφάνισης, της συνομιλίας και της συναναστροφής, το ερωτικό πάθος χάνεται». αποδ. Τάκης Παναγιωτόπουλος
Καταρχάς, στην απόδοση της παραπάνω επικούρειας προσφώνησης αυτό το «εκλύεται» έχει μεταφραστεί «χάνεται» και δεν είναι τελείως λάθος. Αλλά, θεωρώ, πως το ρήμα «εκλύεται» δεν χρησιμοποιείται από τον Επίκουρο τυχαία αφού, ο ίδιος στον προφορικό ή γραπτό λόγο πάντα επικαλούταν τη σαφήνεια! Το «εκλύω» σημαίνει «διαχέω», «διασκορπίζω» και «απελευθερώνω» στην ατμόσφαιρα κάτι που είναι ρευστό ή αέριο. Και ο Επίκουρος, σ’ αυτήν την προσφώνηση, μιλάει για ουσιαστική απελευθέρωση εφόσον, έχει πια αφαιρεθεί η παρουσία, η ομιλία και η συναναστροφή με το ερωτικό υποκείμενο, τότε η απελευθέρωση από την λύπη-ταραχή είναι πια, ένα γεγονός ξεκάθαρο και τετελεσμένο, τόσο για τον Επίκουρο όσο και για τον Καβάφη, κι όπως αυτό θα το δούμε παρακάτω. Και ενώ ο Επίκουρος, με την παραπάνω προσφώνηση ακούγεται κάπως λακωνικός, ο Καβάφης μας το εξηγεί περισσότερο, με το παραπάνω Ποίημά του. Κι αυτό γιατί, αμφότεροι, στοχεύουν στον ίδιο σκοπό: την απελευθέρωση! 😉
Για αυτό και ο Καβάφης θεωρείται, διεθνώς, ο σπουδαιότερος Ποιητής ανάμεσα σε άλλους σπουδαίους Ποιητές διότι, από τον πλούτο των ελληνικών λέξεων, κι όπως αυτές τις χρησιμοποιεί ως τα πλέον πολύτιμα σύνεργα της Τέχνης του, προσέχει πού και πώς θα τις τοποθετήσει στους στίχους του, επιδιώκοντας προπάντων τη σαφήνεια, με όσα θέλει να περιγράψει, μέσω των αισθήσεων, των συναισθημάτων, των εμπειριών και των εμπεριστατωμένων γνώσεων-μελετών του, για τα φιλοσοφικά, τα ιστορικά και τα ερωτικά Ποιήματά του. Ακόμη κι εκείνη η περιβόητη και αριστοτεχνική ειρωνεία του, φαίνεται να έχει κι αυτή κάτι από «αριστοφανικές» ρίζες (βλ. τους επικούρειους Λουκιανό και Κολώτη), όπου σε μια πρώτη εντύπωση, την καταλαβαίνει κανείς είτε εκεί που βάζει παρενθέσεις ή εκεί που κάνει ομοιοκαταληξίες κι αλλού.

Και όποτε μια λέξη αναφέρεται, από τον Ποιητή, τρείς φορές είναι όποτε θέλει, να τονίσει κάτι σε υπερθετικό βαθμό π.χ.: <<Κι εξαίφνης με κυρίευσε μια αλλόκοτη εντύπωσις. Αόριστα, αισθάνομουν σαν να ’φευγεν από κοντά μου ο Μύρης· αισθάνομουν που ενώθη, Χριστιανός, με τους δικούς του, και που γένομουν ξένος εγώ, ξένος πολύ· ένιωθα κιόλα μια αμφιβολία να με σιμώνει: μήπως κι είχα γελασθεί από το πάθος μου, και πάντα τού ήμουν ξένος.—>> (Μύρης· Αλεξάνδρεια του 340 μ.Χ.)
Ο φίλος μας Γιώργος Καπλάνης ο οποίος, όλες του τις εργασίες τις στηρίζει στον επικούρειο Κανόνα, τώρα μπορεί να μου έλεγε, ότι ο Καβάφης μάλλον, χρησιμοποιεί τον επικούρειο Κανόνα. Μα και βέβαια, χρησιμοποιεί τον Κανόνα. Ποιός άνθρωπος των επιστημών, των τεχνών και των γραμμάτων και γενικά των καθημερινών υποθέσεων, ο οποίος σέβεται τον εαυτό του, δεν χρησιμοποιεί αυτή τη καθαρή μεθοδολογία προσεκτικής παρατήρησης και κριτικής σκέψης για την έρευνα, πάνω στις αιτίες των φαινομένων, όπου αυτό είναι κάτι που μας χαρίστηκε από την ίδια τη Φύση και την εφάρμοσε και ο Επίκουρος, με όλους τους Ίωνες Φυσικούς? Είναι ξεκάθαρο γεγονός ότι ο Καβάφης, εκτός των άλλων, έχει μελετήσει τους Ίωνες Φυσικούς, αλλά ιδιαίτερα έχει μελετήσει τη φιλοσοφία του Επίκουρου. Διότι, ο Καβάφης είναι κυρίως, ο Ποιητής-εκφραστής της Ελληνιστικής περιόδου, στην οποία έζησε και ο Επίκουρος, τότε που: <<την Κοινήν Ελληνική Λαλιά ως μέσα στην Βακτριανή την πήγαμεν, ως τους Ινδούς>> (Αλέξανδρος Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων).
Και δεν είναι τυχαίο αυτό που ανέφερε τόσο έντιμα και τόσο γενναία, ο αείμνηστος Δημήτρης Λιαντίνης, κάνοντας μια σύνδεση του Καβάφη με τον Επίκουρο (βλ. εικόνα). Κανείς άλλος, γνωστός στοχαστής της σύγχρονης εποχής μας, ο οποίος καταπιάστηκε ενδελεχώς, με τη φιλοσοφία, την ιστορία και την αρχαία ελληνική γραμματεία ή ακόμη και την αρχαιολογία, δεν είχε τα κότσια να το αναφέρει δημόσια αυτό, στη χώρα μας. Μα κανείς, λέμε! Μόνον ο Λιαντίνης, κι αυτό είναι κάτι που – κατά την γνώμη μου – θα πρέπει να πιστωθεί στα υπέρ του και να τονίζεται συνεχώς! Γιατί υπάρχουν πολλοί στοχαστές, ιστορικοί, φιλόλογοι και αρχαιολόγοι που ενώ είναι ηλίου φαεινότερο ότι: έχει πέσει στην αντίληψή τους ή έχουν μελετήσει ή μελετούν τον Επίκουρο και τη φιλοσοφία του ν’ αποφεύγουν, να τον αναφέρουν στα λεγόμενα ή στα γραφόμενά τους, όπως αποφεύγει ο διάολος το λιβάνι.
Eίναι γνωστή, σε κάποιους φίλους, μια ιστοριούλα, κι όπως αυτή εξελίχθηκε με ένα βίντεο στο διαδίκτυο (youtube), όταν ένας πρώην πρόεδρος της ελληνικής Δημοκρατίας ανέφερε δημόσια, σ΄αυτό το βίντεο ότι: ο Ρωμαίος Λουκρήτιος αφιέρωσε το αριστούργημά του «περί της Φύσης των πραγμάτων», στο Δημόκριτο! Πώς είπατε κ. Πρόεδρε?! Και γιατί το είπατε αυτό, και αλήθεια, μήπως φοβάστε κάτι, κ. Πρόεδρε?! Μόλις του σχολίασα, από κάτω, ότι ο Λουκρήτιος το έργο του το αφιέρωσε στον Επίκουρο, αφού, στη φιλοσοφία του δεύτερου βασίστηκε, για να το γράψει, ο μονσιέρ Πρεζιντάντ έκρινε σωστό και έντιμο, να διαγράψει αυτό το βίντεο! Και δεν είναι μόνον αυτός που διαγράφει, όποτε του αναφέρεται κάτι που το είπε, κι όπως το είπε, ο Επίκουρος! Είπατε τίποτα, πώς λειτουργεί η ευθύνη, η εντιμότητα και η ειλικρίνεια – λόγων και έργων – των διανοούμενων και των πολιτικάντηδων, σ’ αυτή την πολύπαθη χώρα μας?! Μάλλον, κι από ό,τι φαίνεται, τους ενοχλεί πολύ, στη ζωή τους, να υπάρχει η ευχαρίστηση και η ευδαιμονία, γιατί είναι πολύ πιθανόν να επιδιώκουν, να ζουν παρά φύση δηλαδή, να πονάει συνεχώς το σώμα τους και να ταράζεται η ψυχή τους, ή κυρίως το άλλο : να τους ενοχλεί πολύ ο γόνιμος επαναστατικός λόγος του Επίκουρου και γενικά οι κάθε είδους «απελευθερώσεις» αφού θέλουνε, να ζούνε ως στωϊκά ανδράποδα, λέγοντας «σπολάτη» στους σωτήρες-αφέντες τους, και έτσι, θέλουν να μας κάνουν κι όλους εμάς τους υπόλοιπους… ίδιους και όμοιους μ’ αυτούς. Κι αυτό είναι κάτι που δεν εξηγείται αλλιώς, αγαπητοί φίλοι!
Τέλος πάντων και συμπάθιο, γιατί πολλά είπα σαν πρόλογο και μπορεί να σας κούρασα. Ας πάμε τώρα στο κυρίως θέμα: Σ’ αυτό το ερωτικό Ποίημά του, ο Καβάφης ενώνει την απαράμιλλη μαεστρία της Ποιητικής του Τέχνης, με τη Μνήμη του, εστιάζοντάς την σε μια κάμαρη (Α η κάμαρη αυτή, τί γνώριμη που είναι) αυτό το «Α» δηλώνει ένα ξάφνιασμα Αναπόλησης, φέρνοντας στην επιφάνεια κάποια καταχωνιασμένα συναισθήματα, μιας παρελθούσης προσωπικής ερωτικής εμπειρίας, συνδεδεμένα πάντα με μια γλυκιά Ανάμνηση, και όχι βογκητό πόνου, όπως το ερμηνεύουν κάποιοι!
Αν ήθελε να βογκήξει ο Ποιητής, θα έγραφε «Αχ» ή «Βάχ» και θα επαναλάμβανε και στους υπόλοιπους στίχους του κάτι τέτοια «άχ και βάχ. Γενικά, κατά τη δική μου γνώμη, ο Καβάφης δεν είναι Ποιητής των αναστεναγμών και των βογκητών διότι, ο ίδιος είχε ξεπεράσει τους φόβους, τις δεισιδαιμονίες και τις προκαταλήψεις του. Κι αυτό, διότι, ο Καβάφης στη ζωή του, υπήρξε καθαρά ελληνικός και η Ποίησή του βασίζεται πάνω στην πραγματικότητα! Ας το κάνουν αυτό, κάποιοι, γαργάρα και να το καταπιούν, επιτέλους! Για να καταλάβουν και το λόγο που ο Καβάφης συγκαταλέγεται, διεθνώς, ανάμεσα στους δέκα (10) καλύτερους Ποιητές όπου, σε αυτή τη λίστα ο ίδιος, έρχεται πρώτος και με διαφορά! (σύμφωνα και με τον Διδάκτορα Γραμμάτων της Οξφόρδης & διεθνών Πανεπιστημίων, Sir Cecil Maurice Bowra) 😉
Σε αυτήν, την Κάμαρη, λοιπόν, μόνον ο ίδιος ο Ποιητής, μπορεί να αναπολεί (όχι οι έμποροι και οι μεσίτες και οι εταιρείες) πως ακριβώς ήταν τα πράγματα τοποθετημένα, μέσα σ’ αυτήν κάποτε. Έτσι, τώρα νοητικά, δια της μνήμης, προσπαθεί να τα τοποθετήσει ένα-ένα, στη θέση τους… εις μάτην όμως! Όσο και να προσπαθεί προσεκτικά, να θυμηθεί πως ακριβώς υπήρχαν τα πράγματα (ο καναπές, Δεξιά· όχι, αντικρύ, ένα ντολάπι με καθρέπτη, το τούρκικο χαλί, το ράφι με τα δύο κίτρινα βάζα, το τραπέζι που έγραφε, και τρεις μεγάλες ψάθινες καρέκλες) αυτά τα ίδια, δεν μπορούν να τον κάνουν να νιώσει εκείνο το μεγάλο ερωτικό πάθος που, κάποτε, είχε νιώσει στο παρελθόν για ένα αγαπημένο του πρόσωπο. Γιατί ένα είναι σίγουρο και για τον Ποιητή ότι: τα πράγματα από μόνα τους δεν είναι ικανά, να δημιουργούν έντονα συναισθήματα και δεσμούς είτε ερωτικούς ή φιλικούς, παρά μόνον οι παρουσίες, οι συνομιλίες και οι συναναστροφές των ανθρώπων μεταξύ τους – με λόγια και έργα – μπορούν να τα εμπλουτίζουν και να τα πολλαπλασιάζουν ποιοτικά…Και πλάι στο παράθυρο, να και το κρεβάτι και πιο κάτω: πάλι το κρεβάτι – που αγαπήθηκαν τόσες φορές – το κρεβάτι ναι μεν, εκ πρώτης όψεως, είναι σύμβολο ερωτικό, αλλά είναι και σύμβολο του ύπνου δηλαδή, των ονείρων και του υποσυνείδητου. Το υποσυνείδητο του Ποιητή είναι καθαρό διότι, σ’ αυτό δεν ελλοχεύει καμία απώθηση π.χ. ενός αρρωστημένου πάθους ή μίσους που του το προκάλεσε ο πόνος μιας απόρριψης ή στερημένων επιθυμιών και φόβων. Από το υποσυνείδητο του Ποιητή αναδύεται στο συνειδητό του, μια γλυκιά ανάμνηση δυο πλασμάτων που αγαπήθηκαν.
Και αυτό μας φανερώνει επίσης, ότι ο Ποιητής τον έρωτα δεν τον ευτέλισε μεταπουλώντας τον στην δημόσια Αγορά, σαν μια φτηνή πραμάτεια! Τον έρωτα, ο Ποιητής Καβάφης, ούτε τον πορνογράφησε σουρεαλιστικά, ούτε τον διακωμώδησε υβριστικά, ούτε τον ενοχοποίησε γενικά αλλά, του έδωσε την ποιοτική αξία του υμνώντας τον, σύμφωνα με τον ελληνικό τρόπο. Ο έρωτας του Καβάφη, κι όπως όλων των ελλήνων, είναι εκ φύσεως για όλα τα πλάσματα ένα συμπαντικό δικαίωμα αρκεί, τουλάχιστον στα ανθρώπινα, να μην βλάπτει ο ένας τον άλλον! Για αυτό, σ’ αυτό το κρεβάτι, ως τα μισά του, έπεφτε πάνω το φως του ήλιου, και όχι το σκοτάδι! Διότι, ούτε ο ύπνος ούτε ο ξύπνιος του Ποιητή έχει μαύρα σκοτάδια παρά, μόνον ήλιο! Έστω, κι αν αυτός ο ήλιος ήταν του απογεύματος, και όχι ο ήλιος του μεσημεριού που καίει, αλλά όταν ο ήλιος κοντεύει πια να δύσει αφού, απόγευμα ήταν όταν έφυγε από τη ζωή του Ποιητή, εκείνο το αγαπημένο πρόσωπο, εξ’ ού και ο τίτλος του Ποιήματος. Ο έρωτας, για τον Ποιητή Καβάφη, είναι Ήλιος ζωοφόρος και όχι σκοτάδια, με κολάσεις, αμαρτίες και τιμωρίες και εκφοβισμούς-bullying! Και αυτό το ζήτημα, το είχε κλείσει, ο Ποιητής, οριστικά και αμετάκλητα, κι ας τον βρίζανε εκείνοι οι ομότεχνοί του, οι ψευτοηθικολογούντες ομοφοβικοί, της εποχής του. Εκείνος τους είχε όλους γραμμένους, κανονικά και με τον Νόμο…. Το Νόμο της δικής του Ιθάκης, κι όποιος κατάλαβε, θα κατάλαβε: «Ιθάκες τι σημαίνουν»! 😉
Θεωρώ, ότι αυτό που έχει σημασία, πρωτίστως, είναι στο πώς ξεκινάει το ποίημά του ο Ποιητής, και στο πώς το καταλήγει. Στο ξεκίνημα του Ποιήματος, αυτή η γνώριμη κάμαρή του κι όλες οι ευχάριστες στιγμές που μοιράστηκε, με εκείνο το αγαπημένο πρόσωπο, μέσα σε αυτήν, ξέφτισαν σε κάτι που τώρα μπορεί ν’ ακούγεται πεζό, αλλά πάει σύμφωνα με την πραγματικότητα των φαινομένων και της συνεχούς αλλαγής όλων των πραγμάτων. Έτσι, τώρα η κάμαρη έγινε (ένα εμπορικό γραφείο. Και όλο το σπίτι γραφεία μεσιτών, κι εμπόρων κι Εταιρείες). Και ο Ποιητής το αποδέχεται εξ’ αρχής, όπως ακριβώς είναι, και όχι όπως θα ήθελε να είναι! Είναι λάθος αυτό που κάνουν μερικοί, να ερμηνεύουν τον Καβάφη ως ένα κλάψα-μοιρολάτρη. Έλεος πια, με τους ποιητές της κλάψας, της μοιρολατρίας και των φανταστικών εμμονών!
Τουλάχιστον, για μένα, η τέχνη τους εκεί φαίνεται και εκεί θα φανεί, όταν θα φιλτραριστεί από τη φθορά του χρόνου: όταν είναι Τέχνη έντιμη, γενναία και περήφανη πάνω στα – από αρχαιοτάτων χρόνων – καυτά ανθρώπινα υπαρξιακά ζητήματα: του έρωτα, της ζωής και του θανάτου! Και για να το διευκρινίσω αυτό: Η γενναιότητα, η εντιμότητα και η περηφάνεια δεν έχει να κάνει με κανένα φύλο ή φυλή, ούτε με την κοινωνική θέση ή την τέχνη ή το επάγγελμα που μπορεί ν’ ασκεί κανείς. Ευδαίμων, ελεύθερος και γενναίος μπορεί να είναι ο κάθε άνθρωπος, της διπλανής μας πόρτας! Για αυτό οφείλουμε σεβασμό στον άνθρωπο της διπλανής μας πόρτας, γιατί δεν γνωρίζουμε ποιος πραγματικά είναι! Αν θέλουμε να τον γνωρίσουμε, ας του πούμε μια ανθρώπινη «καλημέρα» που δεν κοστίζει τίποτα!
Ο Καβάφης, σ’ αυτό το ερωτικό του ποίημα, εξ’ αρχής το δηλώνει και είναι αυτό και μόνον αυτό: «πάει πιά» απελευθερώθηκε εκείνη η ενέργεια του ερωτικού πάθους, και απελευθερώθηκε και ο ίδιος απ’ αυτό! Η κάμαρη άλλαξε χρήση κι αυτό το αποδέχεται εξ’ αρχής, με σθένος, όπως είναι πραγματικά, δίχως αυτολύπηση και δίχως φρούδες ελπίδες. Το γράφει ξεκάθαρα: τα πράγματα-αντικείμενα είναι “τα καημένα”, όχι Εκείνος! Εκείνος γνωρίζει και το νιώθει, πως το ερωτικό πάθος έγινε ένα τετελεσμένο και ανεπίστρεπτο γεγονός, σαν του θανάτου. Εκείνο το μεγάλο ερωτικό πάθος πήγε «εις το μεγάλο τίποτα» και αφού αρχικά το’κλαψε, το πένθησε, τώρα που απελευθερώθηκε από την λύπη, έγινε μια όμορφη και γλυκιά ανάμνηση! Και το αποδεικνύει, καθώς τελειώνει το Ποίημά του με τη λέξη: «παντοτινή», (…Απόγευμα η ώρα τέσσερες, είχαμε χωρισθεί για μια εβδομάδα μόνο… Αλίμονον, η εβδομάς εκείνη έγινε παντοτινή).
Και όπως, αναφέρει κι ο αείμνηστος Δημήτρης Λιαντίνης, στην Γκέμμα του: Η τέχνη του έρωτα εστιάζεται κυρίως στο «φευγιό». Κι εκείνος που φεύγει πρώτος, αυτή την τέχνη, πρέπει να την γνωρίζει πολύ καλά. Διότι, εκείνος που φεύγει πρώτος νιώθει και το μεγαλύτερο πόνο-λύπη, από εκείνον που αφήνει πίσω. Γιατί, προκαλεί πόνο-λύπη το βάρος της ευθύνης που έχει η απόφαση που πήρε, ώστε να τελειώσει κάτι που μπορεί να ξεκίνησε με τις καλύτερες προθέσεις… κι «εδώ σε θέλω κάβουρα να περπατάς στα κάρβουνα», όπως το λέει ο ίδιος. Ο πόνος εκείνου που πήρε την απόφαση να φύγει είναι ένας οξύς πόνος-λύπη και κρατάει λιγότερο σε χρόνο. Αντίθετα ο πόνος-λύπη αυτού που μένει πίσω, επειδή μπορεί να του΄ρθε ξαφνικά, σαν μια κεραμίδα στο κεφάλι (αφού ζούσε μες τις placebo-ψευδαισθήσεις του) είναι ένας χρόνιος πόνος και νιώθεται στα στάδια ενός πένθους. Αλλά εκείνο που έχει σημασία, είτε αυτός που φεύγει, είτε αυτός που μένει, είναι να αντιμετωπιστεί το τετελεσμένο του γεγονότος, όπως συμβαίνει στην πραγματικότητα, ώστε να απελευθερωθεί ο άνθρωπος και να συνεχίσει αλλάζοντας τη σελίδα της ζωής του!
Έτσι, εδώ έρχεται ο πραγματιστής Επίκουρος, και με την παραπάνω προσφώνηση, μας προσφέρει γρήγορα, άμεσα και δίχως να χρονοτριβεί, το φάρμακο της θεραπείας με αυτό το «εκλύεται» που σημαίνει «απελευθέρωση». Ιδού, λοιπόν, γιατί αποκαλούν, διεθνώς, τον Επίκουρο, ως ένα μεγάλο απελευθερωτή. Γιατί όλη του η φιλοσοφία οικοδομήθηκε σ’ αυτό που είναι σημαντικό για τον φυσικό άνθρωπο: να μην ταραζόμαστε και να μην πονούμε μαζοχιστικά. Να μη συσσωρεύουμε στο υποσυνείδητό μας απωθημένα, φρούδες ελπίδες, παράλογες επιθυμίες και φόβους, και να δεχόμαστε με λεβεντιά, αξιοπρέπεια και περηφάνεια ακόμη και την αρνητική πλευρά της απόρριψης από έναν άλλον άνθρωπο, για μια οποιαδήποτε σχέση που τελείωσε, μετατρέποντάς την, συν τω χρόνω, και σωρευτικά με άλλες εμπειρίες της ζωής μας, ως μια όμορφη και γλυκιά ανάμνηση, κρατώντας στην μνήμη μόνον τις ευχάριστες στιγμές που ζήσαμε και τις μοιραστήκαμε με άλλους συνανθρώπους μας! Κι όλα αυτά, για να λειτουργεί, καθημερινά, το συνειδητό ήρεμα, δημιουργικά και με φρόνηση, για να χαιρόμαστε τη μία και ανεπανάληπτη ζωή μας. Γιατί αν δεν λειτουργεί το συνειδητό τοιουτοτρόπως, τότε και το ερωτικό πάθος καταντά μια αρρωστημένη διαστροφή και μπορεί, να καταλήξει στη συμφορά μιας τραγωδίας και σε εγκλήματα, όπως τα λένε στα Δικαστήρια: «εγκλήματα ερωτικού πάθους»… και «την σκότωσα γιατί την αγαπούσα, κύριοι δικαστές». Ή το άλλο: να καταντά η εμμονή μιας αυτολύπησης, και ένα αυτομαστίγωμα από το πρωί ως το βράδυ και να πηγαίνει μια ολόκληρη ζωή, χαμένη!
Έλεος πια, με αυτήν την αυτολύπηση και τα αυτομαστιγώματα των ποιητών κι άλλων πολλών «εκλεκτών-επιφανών», που μας τα σερβίρουν συνεχώς, μαζί με τη «μεγάλη ψευτιά του παλατιού τους», για να αλληλοβραβεύονται στις ακαντέμιες, αποκαλώντας ο ένας τον άλλον με τον τίτλο: οι «αθάνατοι»… και τα βράδια τους, να κρύβονται στη κώχη του εαυτού τους τρέμοντας από το φόβο του θανάτου! Κι αυτοί είναι οι διανοούμενοι-ευδαίμονες, και οι λεβέντες-περήφανοι άνθρωποι της χώρας μας?! Καλά κρασιά, θα μας έλεγαν και ο Επίκουρος και ο Καβάφης!
Έτσι, με τη λέξη-επίθετο «παντοτινή» ο Ποιητής, βάζοντας την καταληκτική υπογραφή του, σ’ αυτό το ερωτικό Ποίημά του, αποδέχεται ξεκάθαρα το τετελεσμένο του έντονου ερωτικού πάθους μιας παρελθούσης σχέσης, αλλά ταυτόχρονα αποδέχεται και το τετελεσμένο γεγονός του θανάτου, κρατώντας συγχρόνως στη Μνήμη του, όλες τις ευχάριστες στιγμές της ζωής του. Γιατί αν και εφόσον αξιωθεί, να γεράσει κανείς, όλες αυτές οι ευχάριστες παρελθούσες εμπειρίες, είναι οι ίδιες που θα γίνουν το λιμάνι της Ιθάκης του, με όλους τους θησαυρούς-αγαθά της. Κι αυτή είναι η υγιής επιλογή, ενός ανθρώπου που επιδιώκει στη ζωή του, να έχει ψυχοσωματική αρμονία και ισορροπία, ώστε να κτίζει, μαζί με τους άλλους γύρω του, και υγιείς κοινωνίες!
Τι άλλα λόγια, θα μπορούσα, να προσθέσω πάνω σ’ αυτό το Ποίημα του Καβάφη? Απλά, ένα τεράστιο ΥΠΟΚΛΙΝΟΜΑΙ, σ’ αυτό το σπάνιο και αξεπέραστο ταλέντο του μεγάλου μας Ποιητή, τον οποίο παραδέχονται οι ομότεχνοί του και μη ομότεχνοί του, θαυμάζοντας το απαράμιλλο της Ποιητικής Τέχνης του. Για μένα, τουλάχιστον (και συμπάθιο) όλοι οι άλλοι ποιητές, αν συγκριθούν μπροστά του και ειδικά εκείνοι που, κάποτε, σε αυτόν τον τόπο, τον πολέμησαν, αποδείχτηκε τελικά, ότι ήταν όχι απλά, οδοντόκρεμες, αλλά οδοντογλυφίδες!
Αυτό το Ποίημα του Καβάφη, ενέπνευσε και Συνθέτες-Μουσικούς οι οποίοι, το μελοποίησαν με αγγλικούς και ελληνικούς στίχους. Το πρώτο με τους αγγλικούς στίχους, ενός συγκροτήματος από την Αυστραλία, είναι μια πιο ελεύθερη απόδοση του Ποιήματος που, κατά τη δική μου άποψη, με την μελωδία του πλησίασε αυτό που θέλει να μας δώσει ο Ποιητής. Κατόπιν, αν θέλετε, ακούστε και το δεύτερο, το ελληνικό, που ακούγεται ρυθμικά σαν ένα μοιρολόι μαζί, με τους αναστεναγμούς τα αάχ και βάαχ, κρατώντας με το δάχτυλο και το σακάκι στον ώμο, λες και πάμε βολτίτσες στην πλατεία Συντάγματος ή στην Ερμού για ψώνια ή σε κάνα ουζερί, να πιούμε τα ουζάκια μας, μήπως έτσι, και ξεχάσουμε τον πόνο μας! Έλεος κ.κ. καλλιτέχνες μας, Καβάφης ήταν αυτός! 😊

Πράγματι, Επίκουρος και Καβάφης είναι αυτοί! Δύο σπουδαίες Κορυφές του ελληνικού-οικουμενικού πνεύματος, της γενναιότητας, της ελευθερίας και της περηφάνειας της σποράς μας, διότι αυτοί οι δύο τελικά, μας δίδαξαν, πρώτα από όλα, αυτό: να μην επιτρέπουμε σε κανέναν, να μας προκαλεί ενοχικά σύνδρομα και φόβους, για να κλαψουρίζουμε, συνεχώς, την κακιά μας μοίρα και το κακό μας ριζικό… αφού, εμείς και μόνον εμείς, είμαστε οι υπεύθυνοι για το πώς επιθυμούμε, να ζήσουμε την ανεπανάληπτη ζωή μας, και τι είδους κοινωνίες θέλουμε να κτίσουμε και για μας αλλά, και για τα παιδιά και τα εγγόνια μας που είναι το μέλλον της κάθε κοινωνίας!
Έχει άτοπα πολλά, βεβαίως και δυστυχώς, η Αποικία.
Όμως υπάρχει τι το ανθρώπινον χωρίς ατέλεια;
Και τέλος πάντων, νά, τραβούμ’ εμπρός.
(Εν Μεγάλη Ελληνική Αποικία, 200 π.χ.)

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *