Ο Κανόνας είναι η μεθοδολογία της επικούρειας Γνωσιολογίας, που σωστό θα ήταν, να μην αποκαλείται σαν Λογική ή Ορθολογισμός ή Ρασιοναλισμός κλπ. με την ίδια έννοια που μιλούν για την διαλεκτική, σαν μεθοδολογία Λογικής οι πλατωνικοί, αριστοτελικοί, στωικοί κ.α.
Η λέξη «Γνωσιολογία» αποτελείται από δύο λέξεις: «Γνώσεις» και «Λόγος» και σύμφωνα με την επικούρεια φιλοσοφία «Λόγος» σημαίνει η διαδικασία του «Λογισμού», δηλαδή ο μηχανισμός του εγκεφάλου για «Καθαρή Σκέψη», καθώς επίσης η ικανότητα των ανθρώπων της «Ομιλίας», να επικοινωνούμε με τους άλλους μέσω των λέξεων της γλώσσας, μιας οποιασδήποτε γλώσσας.
Για τον Επίκουρο η μεθοδολογία της Γνωσιολογίας δηλαδή, ο Κανόνας είναι το εργαλείο για την απόκτηση όλων των Γνώσεων που βασίζονται στις εμπειρίες της πραγματικότητας με όλα τα υλικά πράγματα που προ-λαμβάνουμε (εδώ είναι η λέξη “προλήψεις”, και το δεύτερο κριτήριο αληθείας του Κανόνα) από την παιδική μας ηλικία και όλα αυτά που είναι παρατηρήσιμα και επιμαρτυρούνται με τα άλλα δύο κριτήρια που είναι οι αισθήσεις και τα συναισθήματά μας. Όλες αυτές οι γνώσεις συσσωρεύονται στον εγκέφαλο ως εικόνες του περιβάλλοντος γύρω μας.
Όλα τα υλικά πράγματα είναι εικόνες, δεδομένου ότι ο εγκέφαλος έχει φωτογραφική ικανότητα όπως μια κάμερα με ταινίες που ρέουν / κινούνται/μεταβάλλονται. Και αυτές οι εικόνες συσσωρεύονται στον εγκέφαλο για τη δημιουργία των νευρωνικών συνάψεων, έως την ηλικία των 6 ετών, οι οποίες μετουσιώνονται (δηλαδή αποκτούν νόημα) μέσω της ομιλίας, των λέξεων και της επικοινωνίας με τους άλλους. Δηλαδή, σύμφωνα με αυτή τη λειτουργία του εγκεφάλου λαμβάνονται μέσω της μνήμης συσσωρευμένες εικόνες που συνδέονται με χρώματα, ήχους, ονόματα/λέξεις και μέσα σε χρόνο νανοδευτερολέπτων. Αυτή η ικανότητα του εγκεφάλου να προλαμβάνει γνώσεις δεν σταματά και συνεχίζεται και μετά την ενηλικίωσή μας και ονομάζεται στις μέρες μας, από την Νευροβιολογία, συναπτική πλαστικότητα του εγκεφάλου. (βλέπε σχήμα 1).
Έτσι, οι γνώσεις είναι όλες οι εμπειρίες της απτής υλιστικής μας πραγματικότητας που παρατηρούνται με τις αισθήσεις και τα συναισθήματα και μεταδίδονται/μετουσιώνονται (δηλαδή αποκτούν νόημα) μέσω της ομιλίας/αφήγησης γραπτής ή προφορικής επικοινωνίας με τους άλλους γύρω μας. Όταν λέμε κοινή βασική λογική, αυτή η φράση συνδέεται επίσης με τον Κανόνα που περιλαμβάνει σε συνδυασμό με τις αισθήσεις, τα δύο κύρια συναισθήματα (ηδονής/πόνου) και τις προλήψεις, ως τις ικανότητες όλων των ανθρώπων. Και μ’ αυτές τις ικανότητες επιβιώνουμε έως σήμερα. Ο Επίκουρος έδωσε αξιοπιστία στην κοινή βασική λογική, έδωσε αξιοπιστία σε άλλους ανθρώπους που γνωρίζουν πράγματα που δεν είναι γνωστά σε κάποιους άλλους. Ένα απλό παράδειγμα πάνω σ’ αυτό είναι ότι: μερικοί άνθρωποι χωρίς να επισκεφθούν ποτέ την Κρήτη, γνώριζαν από τις εμπειρίες άλλων που επισκέφτηκαν την Κρήτη, και όταν τους αφηγήθηκαν ότι η Κρήτη είναι ένα νησί και μάλιστα πανέμορφο, όπως το νησί μου η Κέρκυρα.
Έτσι, ο Επίκουρος έδωσε αξιοπιστία στην κοινή βασική λογική, εφόσον όλα τα ζητήματα / πράγματα έχουν επιμαρτυρηθεί και είναι αληθή από τις εμπειρίες της πραγματικότητας και μέσω των αισθήσεων και των συναισθημάτων.
Όσον αφορά όρους όπως λογική, ορθολογισμός, ρασιοναλισμός κλπ: Το λάθος που έγινε από τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη κ.ά. ήταν ότι έπεσαν στην παγίδα του διαχωρισμού, δηλαδή του δυϊσμού των γνώσεων. Οι γνώσεις, όπως είπαν, χωρίζονται στα «αισθητά» και στα «νοητά» μέσω του Νου. Όπως είπε ο Σωκράτης, μέσω του Πλάτωνα, όπου ειδικά πάνω σ’ αυτό διαχωρίζει τη θέση του ακόμη κι ο Αριστοτέλης, όλα τα αντιληπτά μέσω του Νου είναι οι απόλυτες αληθινές ιδέες που υπάρχουν ως τέτοιες, σε έναν άλλο φανταστικό κόσμο των Ιδεών, και όχι στη δική μας απτή και υλιστική πραγματικότητα. Έτσι, όπως είπε ο Σωκράτης, μέσω του Πλάτωνα, οι αισθήσεις, τα συναισθήματά μας και η επικοινωνία μας με τους άλλους γύρω μας, μέσω των λέξεων, δηλαδή τα αισθητά, τα αντιληπτά και τα παρατηρήσιμα δεν έχουν καμία αξιοπιστία, επειδή μόνο οι απόλυτες ιδέες είναι αληθινές και όχι η απτή πραγματικότητα των φαινομένων και τα αίτια που τα προκαλούν. Και όπως επίσης είπαν, ο Σωκράτης και ο Πλάτωνας, εάν η ψυχή κάποιου ήταν σοφή στο παρελθόν, μέσω των μετενσαρκώσεων, θα ξαναγεννηθεί με την ανάμνηση αυτών των απόλυτων σοφών ιδεών, ως μοτίβα/καλούπια/έμφυτες ιδέες μέσα στο Νου μας. Αυτός ήταν ο δαίμονας του Σωκράτη που μιλούσε την αλήθεια των χρησμών και έκανε τους ανθρώπους να μπερδεύονται. Ωστόσο, οι άνθρωποι στην αρχαία Ελλάδα ήταν αρκετά έξυπνοι, ώστε να καταλάβουν ποιος τους κοροϊδεύει και τους ίδιους, και τους θεσμούς με το πολίτευμα της Δημοκρατίας τους.
Έτσι, όπως συμπεραίνεται με τη μεθοδολογία της διαλεκτικής τους, οι ιδεαλιστές, αντιλαμβάνονται την πραγματικότητα ως μοτίβα/προεγκατεστημένα καλούπια ή έμφυτες ιδέες που βρίσκονται στον εγκέφαλό μας πριν να γεννηθούμε και καταλήγουν σε αθανασίες της ψυχής, σε αναγκαιότητες, μοίρες, ειμαρμένες κλπ. Για αυτό στην πορεία της εφαρμογής της διαλεκτικής βλέπουμε αυτά τα καλούπια να προσπαθούν να τα αποδώσουν σαν κομμένες εικόνες της πραγματικότητας, κόβοντας τις λέξεις και ενώνοντάς τες με άλλες πολλές λέξεις, καθώς και με σχήματα, αριθμούς, αλληγορίες, μύθους και δεν βλέπουν την υλιστική πραγματικότητα σαν μια ταινία που ρέει με εικόνες, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, και ως την ικανότητα του εγκεφάλου σαν μια κάμερα, που κινείται πάντα σύμφωνα με τα φαινόμενα όπως αυτά εξελίσσονται στο περιβάλλον ολόκληρης της Φύσης γύρω μας.
Ο σοφός Ηράκλειτος είπε αυτές τις δύο λέξεις: «μεταβάλλον αναπαύεται» δηλαδή, παρόλο που το περιβάλλον κι ολόκληρο το Σύμπαν, μπορεί να σας φαίνεται στατικό και ακίνητο, όμως αυτό ταυτόχρονα ρέει/κινείται και μεταβάλλεται . Ωστόσο, κι όπως είπε ο επικούρειος Διογένης ο Οινοανδέας, ναι μεν μπορεί η πραγματικότητα να ρέει/να κινείται και να μεταβάλλεται, παρόλα αυτά, είμαστε ικανοί να μπορούμε να αντιληφθούμε μια κατάσταση της πραγματικότητας γύρω μας μέσω των αισθήσεων, των συναισθημάτων μας στη βάση των εμπειριών και των συνεπειών τους, καθώς είμαστε επίσης σε θέση να σκεφτόμαστε και να περιγράφουμε με λόγια τι συμβαίνει σε εμάς και τι γύρω μας.
Έτσι, με την επικούρεια φιλοσοφία και τη Γνωσιολογία του Κανόνα, σπάει εκείνο το ατελείωτο της αμφιβολίας ότι τίποτα δεν μπορεί να γίνει γνωστό, όπως το έλεγε κι ο Σωκράτης. Καθώς επίσης με τον πολλαπλό τρόπο και στη βάση της επιμέτρησης, μέσω των αισθήσεων και των δύο κύριων συναισθημάτων (ηδονής/πόνου) εξαρτάται από ό, τι επιλέγουμε, αυτό να παίρνει διαφορετικές τιμές, για αυτό και οι ηδονές, όπως λέει ο Επίκουρος ποικίλουν, έχοντας πάντα σαν σκοπό και θετικό αποτέλεσμα της επιμέτρησης, την ηδονή, της οποίας το όριο του μεγέθους και της ποιότητάς της , κι όσο αυτή υπάρχει είναι: να μην νιώθουμε πόνο στο σώμα και ταραχή στην ψυχή και στα δύο ταυτόχρονα. (Βλέπε σχήμα 2)
Έτσι, ο Επίκουρος όλες τις Γνώσεις και τις Εμπειρίες δηλαδή, όλα τα αισθητά, αντιληπτά και παρατηρήσιμα μαζί με όλα τα νοητά τα συνδέει με την ικανότητα του μηχανισμού του εγκεφάλου / σώματος της υλιστικής απτής μας πραγματικότητας, και δίνει τη λέξη «προλήψεις» που είναι οι καθαρές πλέον Γνώσεις οι οποίες επιμαρτυρούνται μέσω των αισθήσεων και των συναισθημάτων και μετουσιώνονται στους άλλους δηλαδή, αποκτούν νόημα μέσω της ομιλίας. Το γεγονός είναι πως ο Επίκουρος επιμένει ότι όλες οι έννοιες των λέξεων πρέπει να κατανοηθούν αμέσως, δηλαδή αυτή η λειτουργία, που είναι η ικανότητα του εγκεφάλου μέσω της μνήμης, ν’ αντλεί από τη συσσώρευση των εικόνων που συνδέονται με λέξεις πρέπει να συνδέεται με την πρώτη εικόνα σε νανοδευτερόλεπτα. Δηλαδή, όπως έλεγε ο ίδιος φιλόσοφος δεν χρειάζεστε πολύ μεγάλη προσπάθεια, ώστε να καταλάβετε ο ένας τον άλλον για το τι σημαίνουν οι λέξεις, ούτε χρειάζεστε να δίνετε ατελείωτους ορισμούς στις λέξεις, γιατί θα καταλήξετε τις έρευνές σας και τη συζήτησή σας μέσα στη σύγχυση και στην αμφιβολία.
Όπως είπε επίσης, δεν χρειάζεται να εστιάσετε όλη σας την έρευνα σε μια μόνο θεωρία ως την απόλυτη αλήθεια, καθώς η αλήθεια είναι σχετική με τις εμπειρίες και τις περιστάσεις της υλιστικής απτής μας πραγματικότητας και καθώς τα φαινόμενα προχωρούν και εξελίσσονται. Η πραγματικότητα δεν είναι γραμμική μιας αιτίας και ενός αποτελέσματος και δεν είναι προκαθορισμένη. Η πραγματικότητα και ολόκληρη η Φύση λειτουργεί στη βάση των πολλών αιτιών και των πολλών αποτελεσμάτων. Έτσι, με αυτό, ο Επίκουρος σπάει το αδήριτο της Αναγκαιότητας και της Μοίρας και εισάγει την παρέγκλιση που είναι η αυτονομία της ευθύνης και της ελευθερίας μας να επιλέξουμε ανάμεσα σε πολλές επιλογές το καλύτερο για το σκοπό μιας ευχάριστης ευδαιμονικής ζωής. Επιπλέον, και μετά την εποχή του Επίκουρου, ο Φιλόδημος τις εικόνες της πραγματικότητας, τις αποκάλεσε ως «σημεία ή σημάδια» που είναι τα πράγματα, τα κατανοητά με τις αισθήσεις και τα συναισθήματά μας στη βάση των εμπειριών της υλιστικής πραγματικότητας, και αποδεικνύονται από την εμπειρία ποιά είναι τ’ αληθή και ποια τα ψευδή. Όπως και για ό,τιδήποτε φανταστικό, ο Φιλόδημος, το αποκάλεσε ως «το αδιανόητο» που εφόσον αυτό δεν επιμαρτυρείται από τις εμπειρίες μας της πραγματικότητας είναι ψευδές.
Έτσι, όλα τα πράγματα μας δίνουν τα «σημάδια» τους, όλα μας φωνάζουν δυνατά πού είναι το λάθος και πού είναι το σωστό. Και με τη χρήση του Κανόνα μπορούμε να ξεχωρίσουμε με ευκολία την πραγματικότητα από τη φαντασία, τους μύθους και τις δεισιδαιμονίες κι όλα αυτά που προκαλούν στην ανθρώπινη ζωή ταραχές και πάνε ενάντια στο σκοπό της ευδαιμονίας μας. Για το άγνωστο έχουμε τη μεθοδολογία του πολλαπλού τρόπου που βασίζεται στις πιθανότητες, αλλά πάντα σύμφωνα με τα φαινόμενα καθώς αυτά προχωρούν περιμένοντας ποια πιθανότητα θα επιμαρτυρηθεί από τις αισθήσεις και τα συναισθήματά μας να μην αποδειχθεί ψευδής. Ο πιθανολογικός / πολλαπλός τρόπος του Επίκουρου είναι ενάντια στη λογική του αποκλειόμενου μέσου και των διλημμάτων δηλαδή, του είτε μαύρου είτε άσπρου που εισήχθη από τον Αριστοτέλη. Επίσης με τον Κανόνα, σε ό,τι αφορά το άδηλο/άγνωστο έχουμε την αναλογία που βασίζεται σε ομοιότητες ή όπως είπε ο Επίκουρος «τα πράγματα τα παρόμοια με αυτά που είδαμε». Ένα απλό παράδειγμα πάνω σ’ αυτό είναι: όταν παρατηρούμε σώματα με διαφορετικά ή παρόμοια μεγέθη, εδώ στη Γη, και στη υλιστική μας πραγματικότητα, τότε λοιπόν, όλα τα σώματα στο Σύμπαν έχουν διαφορετικά ή παρόμοια μεγέθη.
Τέλος, στις μέρες μας ο μηχανισμός της Γνωσιολογίας του Κανόνα ως την ικανότητα/λειτουργία του ανθρώπινου εγκεφάλου, όπως προαναφέρθηκε με τα παραπάνω, δεν ονομάζεται λογική ή ορθολογισμός ή ρασιοναλισμός κλπ. αλλά, ονομάζεται νευροεπιστήμη ή νευροβιολογία και δεν απέχει πολύ από αυτό που είχε παρατηρήσει ο Επίκουρος και μας έδωσε με τη Γνωσιολογία/Μεθοδολογία του Κανόνα του.
Η νευροεπιστήμη ή νευροβιολογία είναι η επιστημονική μελέτη του νευρικού συστήματος. Είναι μια διεπιστημονική επιστήμη που συνδυάζει τη φυσιολογία, την ανατομία, τη μοριακή βιολογία, την εξελικτική βιολογία, την κυτταρολογία και την ψυχολογία σε ό,τι αφορά την κατανόηση των θεμελιωδών και αναδυόμενων ιδιοτήτων των νευρώνων και των νευρικών κυκλωμάτων του ανθρώπινου εγκεφάλου. Η κατανόηση της βιολογικής βάσης της μάθησης, της γλώσσας, της μνήμης, της αφηρημένης μνήμης-μαθηματικών, της συμπεριφοράς, της αντίληψης και της συνείδησης έχει περιγραφεί από τον Eric Kandel ως την «απόλυτη πρόκληση» των σύγχρονων βιολογικών επιστημών. Μέσα στα πανεπιστήμια το πεδίο της Νευροεπιστήμης συνδέεται επίσης με τις έρευνες της Νανοτεχνολογίας και της Τεχνητής Νοημοσύνης με τους αλγόριθμους των υπολογιστών.
Πηγές :
1. «Γνωσιολογία του Επίκουρου», του Δημήτρη Άλτα
2. «Η κρίση και η επικούρεια λογική, του Γιώργου Καπλάνη
3. «Η Γλώσσα», του Κώστα Καλεύρα
4. «Ο Κανόνας του Επίκουρου στην καθημερινότητά μας, του Γιώργου Καπλάνη
5. «Ορθολογισμός και Εμπειρισμός: Συνεργασία ή Αντιπαλότητα; Ο αγνοημένος επικούρειος Κανόνας, του Δημήτρη Άλτα
6. Διαδικτυακός σύνδεσμος «η νευρική πλαστικότητα και νόηση του εγκεφάλου (δομή & οργάνωση https://www.cognifit.com/el/brain-plasticity-and-cognition
Συγχαρητήρια για την παρουσίαση και ανάλυση του γνωσιολογικού Κανόνα.
Μία ερώτηση. Πώς μπορεί να εξηγηθεί, με βάση τον Κανόνα, ότι δια μέσου της φαντασίας παράγονται πραγματικότητες;
Και μία παρατήρηση. Θα πρέπει νομίζω, να αναλυθεί και να οριστεί με ακρίβεια το κατηγόρημα της “παρέκκλισης”των ατόμων, καθώς και η σχέση της με τον γνωσιολογικό Κανόνα της επικούρειας φιλοσοφίας.
Γειά σας κύριε Τριγκόζη.
Σχχετικά με την φαντασία θα μας απαντήσει η επιστήμη. Γιά το θέμα της παρέκκλισης έχετε δίκιο, διότι έχει άμεση σχέση. Η απόρριψη του ντετερμινισμού από την Επικούρεια φιλοσοφία στηρίζεται ακριβώς εκεί. Επίσης η αποδοχή του τυχαίου.Έτσι από μία αιτία μπορούν να παραχθούν πλείονα αποτελέσματα. Αυτά τα αναλύει πολύ καλά στην εργασία του ο Δημήτρης Άλτας (πολύ καλύτερα από εμένα) και νομίζω ότι από τον Δημήτρη θα τα βρε’ιτε πιό αναλυτικά.