Η παρακάτω εργασία παρουσιάσθηκε τον Φεβρουάριο του 2012 σε συγκέντρωση για την Επικούρεια Φιλοσοφία στην Αλεξανδρούπολη, από τον συντάκτη της.
Η επικούρεια ηδονή
Σήμερα με την εισήγησή μου αυτή θα προσπαθήσω να κάνω κατανοητή την έννοια της Επικούρειας Ηδονής. Τι εννοούσε αλλά και τι ήθελε να συμπεριλάβει μέσα σ’ αυτή τη λέξη ο επίκουρος, γιατί όπως θα δούμε και παρακάτω το μόνο που γίνονταν τόσα χρόνια ήταν η διαστρέβλωση και παρεξήγηση όλης της επικούρειας φιλοσοφίας με αφορμή την επικούρεια ηδονή.
Κατ’ αρχή να διευκρινίσω ότι λέγοντας ο Επίκουρος ΗΔΟΝΗ δεν εννοούσε αυτό που πολλοί βάζουν στο νού τους. Ηδονή με δύο λόγια για τον Επίκουρο σημαίνει ΑΠΟΝΙΑ και ΑΤΑΡΑΞΙΑ της ψυχής.
Αλλά ας μπούμε στην ουσία του θέματος.
Σκοπός της Ηθικής φιλοσοφίας του Επίκουρου ήταν το Μακαρίως Ζην, δηλαδή η χαρά της ζωής. Ο φιλόσοφος έλεγε «Δεν είναι δυνατόν να ζει κανείς ευχάριστα, αν δεν ζει με φρόνηση, ηθικά και δίκαια, όπως και δεν μπορεί να ζει με φρόνηση, ηθικά και δίκαια, αν δεν ζει ευχάριστα».
Όπως γράφει ο καθηγητής Θεοδωρίδης: ο Επίκουρος είδε καθαρά και αντίκρισε θαρρετά και εξαντλητικά το πρόβλημα. Ο άνθρωπος είναι μοναδικό γέννημα της φύσης, προικισμένο με ικανότητες να υψωθεί σε προσωπικότητα και να γίνει χαρά του εαυτού του και των άλλων που ζουν μαζί του. Για να γίνει αυτό πρέπει να γλιτώσει από το αιώνιο μαρτύριο, από τις μικρές και μεγάλες ταραχές που ενοχλούν την ομαλή λειτουργία της ύπαρξής του. Αυτό πρέπει να το επιδιώξει με όλα τα μέσα, με την επιστήμη του, τη φυσιολογία ιδιαίτερα, με το διαφωτισμό πάνω στα ουράνια και τα επίγεια, με τη δύναμη της ψυχής του. Όταν λείψουν τα εμπόδια, οι σωματικοί πόνοι από αρρώστιες ή από τη στέρηση, ταραχές ψυχικές, ιδιαίτερα ο φόβος των θεών και του θανάτου, το μαρτύριο από την αχόρταγη φιλοδοξία, η ψυχή γαληνεύει κι ο άνθρωπος φτάνει στη μακαρισμένη «αταραξία», όπως είπε με μία λέξη που είχε πλατύτατο αντίλαλο. Όταν παραμεριστεί κάθε συναίσθημα που τον ερεθίζει, λύπη είτε χαρά, αναβλύζει από τη βαθύτερη ουσία του ανθρώπου η καλή διάθεση, το δημιουργικό χάδι, κι αυτό του δίνει την ευκαιρία ν’ αξιοποιήσει τον άφθονο πλούτο που έχει μέσα του. Το βασικό αυτό στοιχείο της ανθρώπινης ζωής, για την ευτυχία και τον υψωμό της, την καλή διάθεση την ευεξία, την ευθυμία, ο Επίκουρος την ονόμασε ηδονή, λέξη παρεξηγήσιμη για τους γνωστούς λόγους που παρανοήθηκε κι έδωσε αφορμή στις πιο ηλίθιες ή κακόβουλες διαστροφές.
Κεντρώα θέση του ιδρυτή του Κήπου κατείχε η άποψη ότι η ηδονή αποτελεί ύψιστο αγαθό. Καθώς συντροφεύει τον άνθρωπο σε όλες του τις επιλογές. Ως αρχή και σκοπό, την χαρακτηρίζει ο ίδιος στην επιστολή του προς Μενοικέα. Και την θέτει έτσι αξιωματικά ως αρχή και σκοπό του μακαρίως ζην. Με τον όρο λοιπόν ηδονή δεν εννοούσε τις αισθησιακές απολαύσεις, αλλά την αποφυγή πόνου από την ψυχή και το σώμα. Απομακρυσμένος από τις δοξασίες των πολλών περί θείου και πεπρωμένου, και απαλλαγμένος από τις περιττές επιθυμίες που απορρέουν από την κενοδοξία, κατάφερε να προσδιορίσει τον σκοπό του ανθρώπου και χάραξε τον δρόμο προς την αταραξία της ψυχής.
Ο Επίκουρος, υποστήριξε ότι κατανόηση της ηθικής διδασκαλίας, προϋποθέτει την κατανόηση της φυσικής γνώσης. Αρχή και πηγή της ηδονής είναι η Φύση. Θεώρησε πως, αν ο άνθρωπος δεν κατανοήσει την ύπαρξη του ως φυσική ακολουθία, και αν δεν αποδεσμευτεί από την ιδέα ότι βρίσκεται υπό την εποπτεία των δημιουργών θεών, δεν θα καταφέρει να ζήσει ατάραχος και ευτυχισμένος, διότι οι σκέψεις, περί υπερβατικών και μεταφυσικών υπάρξεων θα του στερούν διαρκώς την ελεύθερη βούληση. Η ζωή για τους επικούρειους ρυθμίζεται από τους νόμους του φυσικού κόσμου. Για τον λόγο αυτό διατύπωσε, ότι δεν πρέπει να παραβιάζουμε την φύση μας, αλλά να υποτασσόμαστε σ’ αυτή. Υπακούοντας σ’ αυτήν, (την φύση μας) ικανοποιούμε τις απαραίτητες και τις φυσιολογικές επιθυμίες, εφ’ όσον δεν είναι βλαβερές. Η φύση έχει προσφέρει απλόχερα όλα όσα χρειάζεται ο άνθρωπος για να ζει ευχάριστα. Τα αναγκαία αγαθά τα έκανε να αποκτούνται εύκολα, σε αντίθεση με τα μη αναγκαία τα οποία για να αποκτηθούν χρειάζεται αγώνας και ταραχή ψυχής και σώματος.
Τι είναι λοιπόν η ηδονή; Είναι η ευχάριστη αυτή αίσθηση που έχει ο άνθρωπος, όταν έχει απαλλαγεί από κάθε σωματικό και πνευματικό πόνο. Όριζε λοιπόν πως το ανώτατο όριο της ηδονής είναι η εξάλειψη όλων των πηγών του πόνου. Όπου υπάρχει ηδονή, και για όσο χρόνο διαρκεί δεν υπάρχει πόνος ή λύπη ή και τα δύο μαζί, έλεγε ο Δάσκαλος στην 3η Κύρια Δόξα του.
Προκειμένου να διακρίνει τις κατάλληλες ηδονές από τις ακατάλληλες, αλλά και να διαχωρίσει την θέση του από τον Αρίστιππο τον Κυριναίο, χώρισε τις ηδονές σε δύο κατηγορίες. Τις κινητικές ή εν κινήσει και τις καταστηματικές ηδονές. (Οι τελευταίες προέρχονται από το ρήμα Καθίσταμαι. Κατάστημα σημαίνει κατάσταση). Οι πρώτες (κινητικές) ηδονές είναι εκείνες, οι οποίες βιώνοντάς τες, ξεπερνάμε τον πόνο που έχει προκληθεί από μία ανεκπλήρωτη επιθυμία, όπως η ικανοποίηση της πείνας ή της δίψας. Ενώ αναφερόμενος στις καταστηματικές ηδονές εννοούσε την αταραξία, την κατάσταση γαλήνης που βιώνει ο άνθρωπος μετά την ικανοποίηση της εκάστοτε επιθυμίας. Πρόκειται για μία κατάσταση ηρεμίας που οδηγεί τον άνθρωπο στην ευτυχία. Ο Γιώργος Ζωγραφίδης στο βιβλίο του «Επίκουρος, Ηθική, η θεραπεία της ψυχής», αναφέρει ένα παράδειγμα για να γίνει κατανοητή η διαφορά των δύο μορφών της ηδονής. Όσο τρώω και απομακρύνεται ο πόνος της έλλειψης, και της πείνας, νιώθω μία ηδονή που είναι φευγαλέα (κινητική). Όταν όμως έχω φάει, η πληρότητα που νιώθω, η έλλειψη του πόνου και της ανάγκης που βιώνω, όταν είμαι χορτάτος, είναι μία σταθερή (καταστηματική) ηδονή. Καταστηματική ηδονή λοιπόν, είναι η σταθερή, μόνιμη ευχάριστη διάθεση.
Ο Επίκουρος θεωρούσε τις καταστηματικές ηδονές ποιοτικά πολύ ανώτερες από τις κινητικές ηδονές, αναφέροντας ότι στοχεύοντας σε καταστηματικές ηδονές ο άνθρωπος, αποφεύγει τις υπερβολές και πορεύεται προς την ευδαιμονία.
Για τον μεγάλο στοχαστή, καμία ηδονή δεν είναι κακή αυτή καθαυτή. Συμβαίνει, αν και η ηδονή συγγενεύει με την φύση του ανθρώπου, η απόκτησή της ορισμένες φορές να δημιουργεί προβλήματα και να γεννάει πόνο, είτε στη ψυχή είτε στο σώμα. Τότε πρέπει να αποφεύγονται. Αναφέρει χαρακτηριστικά σε μία από τις προσφωνήσεις του «Ακούω να μου λες πως οι ανησυχίες της σάρκας σ’ έχουν κάνει επιρρεπή στις αισθησιακές ηδονές. Εφ’ όσον δεν παραβαίνεις κανένα νόμο και δεν μετακινείς τα ήθη και τα καλώς κείμενα, εφ’ όσον δεν προκαλείς στεναχώρια σε κανένα άνθρωπο γύρω σου, εφ’ όσον δεν επιβαρύνεις το σώμα σου και δεν σπαταλάς οτιδήποτε σου είναι αναγκαίο, τότε χρησιμοποίησε όπως θέλεις αυτή σου την κλίση. Δεν γίνεται όμως να μη σε εμποδίζει κάποιο από τα παραπάνω. Διότι η κατάχρηση των αφροδισίων ποτέ δεν ωφέλησε. Ας είμαστε ευχαριστημένοι αν δεν σε βλάψει κιόλας.
Εφαρμόζοντας την αρχή της ηδονής, το άτομο μαθαίνει πώς να βάζει σε τάξη τη ζωή του και τη δραστηριότητά του. Αρχίζοντας με έναν υπολογισμό των επιθυμιών η ικανοποίηση των οποίων είναι αναγκαία για την ίδια τη ζωή, προχωρούμε στην επιδίωξη των αγαθών που είναι απαραίτητα για την του σώματος υγεία και, τελικά για την γαλήνη του νου. Θα θυμόμαστε ότι τα δύο τελευταία στάδια αυτής της προοδευτικής πορείας αποτελούν το εποικοδόμημα της ηθικής θεωρίας του Επίκουρου καθώς αφορούν κυρίως στην θεραπεία παρά στην πρόληψη.
Ο Επίκουρος αναφερόμενος στην ηδονή, ως ύψιστο αγαθό, όπως είπαμε παραπάνω, εννοούσε την καθαρή ευχαρίστηση η οποία φέρνει αταραξία και γαλήνη. Όσον αφορά τις ηδονές των ασώτων καθώς και τις αδιάκοπες και αμέτρητες διασκεδάσεις, οι οποίες γεμίζουν το πνεύμα με πόνο και πάθη, τις απαρνήθηκε κατηγορηματικά διότι γνώριζε πως απέχουν κατά πολύ από την πραγματική ηδονή.
Η διδασκαλία του επίκουρου περί ηδονής, όντας πρωτόγνωρη για την εποχή της, δέχθηκε σκληρή κριτική και απόλυτη διαστρέβλωση. Ταυτίστηκε με την διδασκαλία των Κυρηναϊκών φιλοσόφων ή Ηδονιστών όπως αποκαλούντο. Οι Κυρηναϊκοί φιλόσοφοι είχαν αρχηγό τους τον Αρίστιππο. Ο Αρίστιππος εκατό περίπου χρόνια πριν την γέννηση του Επίκουρου διακήρυξε ότι το μεγαλύτερο από όλα τα αγαθά είναι η τέρψις. Ισχυρίσθηκε ότι ο άνθρωπος πρέπει να αποφεύγει τους μακροπρόθεσμους στόχους, διότι τον αποπροσανατολίζουν και δεν του επιτρέπουν να απολαύσει τα αγαθά της ζωής. Η διαφορά των δύο φιλοσοφικών θεωριών είναι πραγματικά πολύ σημαντική. Ο Επίκουρος δέχεται ότι η ηδονή βρίσκεται σε όλες τις καταστάσεις, ακόμα και σ’ αυτήν της ακινησίας και επιδιώκει μέσω της ηδονής την αταραξία της ψυχής, όχι την παροδική απόλαυση, η οποία έπειτα ενδέχεται να προκαλέσει πόνο. Οι Κυρηναϊκοί, αντίθετα, υποστήριζαν ότι μόνο η σωματική ηδονή οδηγεί στην ευτυχία, αποκλείοντας έτσι την ψυχική και πνευματική. Αποδέχονταν μόνο την κινητική ηδονή
Η συνωνυμία της επικούρειας ηδονής για την ψυχική γαλήνη με αυτή για τις αισθησιακές απολαύσεις, έδωσε αφορμή σε ατέλειωτες αντιλογίες και ειρωνικά σχόλια. Την πληθωρική τους απήχηση τη βρίσκουμε σε μερικά συγγράμματα του Κικέρωνα, ο οποίος στο έργο του « Ο δρόμος προς την ευτυχία» αποκαλεί τον Επίκουρο άνανδρο και ηδονιστή, αποδοκιμάζοντας τις απόψεις του λέγοντας, πως δεν είναι δυνατό να υπάρξει συσχέτιση της ενάρετης, σοφής και δίκαιης ζωής με την ηδονική ζωή. Και αυτό γιατί δεν κατανόησε ή δεν θέλησε να κατανοήσει ποτέ του, την καταστηματική ηδονή. Επίσης, και σε αντιεπικουρικά συγγράμματα του Πλούταρχου, ο οποίος στο έργο του «Ότι ουδέ ηδέως ζην εστίν κατ’ Επίκουρον» έκρινε τη διδασκαλία των Επικουρείων για την ηδονή και αναφέρθηκε με ειρωνεία στην πεποίθηση τους, ότι ύψιστο αγαθό είναι η ηδονή της ψυχής.
Ο Επίκουρος το έλεγε ξεκάθαρα: «Η ηδονή είναι η αρχή και ο σκοπός της ευτυχισμένης ζωής». Ωστόσο, πρόσθετε, ότι δεν επιζητάμε μόνο τις χαρές. Αλλά μερικές φορές κάτι ευχάριστο μπορεί να προκαλέσει μεγαλύτερες δυσκολίες, ενώ ένα βάσανο να φέρει τελικά μεγαλύτερη χαρά. Οι άνθρωποι μπορούν να ελαχιστοποιήσουν τη μία και να μεγιστοποιήσουν την άλλη. Αλλά για να κρίνουμε ποια θα επιλέξουμε σε κάθε περίσταση, πρέπει να σκεπτόμαστε ποια συμβάλλει περισσότερο στην ευτυχία μας, αλλιώς η χαρά του σήμερα θα φέρει την ταλαιπωρία του αύριο.
Η επικούρεια ηδονή είναι ξεκάθαρη απλή και αδιαμφισβήτητη. Όπως χαρακτηριστικά λέει ο Χ. Θεοδωρίδης: Το επικουρικό δόγμα για την καταστηματική ηδονή είναι από τις ξάστερες εκείνες αλήθειες, που βρίσκονται μπρος στα μάτια μας και ανάμεσα στα δάχτυλά μας. Για να φθάσουμε εκείνο που ορίζει η ανθρώπινη φύση, στην ευγένεια της ψυχής και το υψηλό φρόνημα, είναι ανάγκη πρώτα να γαληνέψουμε παραμερίζοντας καθετί που μας ενοχλεί, ανάγκες υλικές, ανθρώπους που για τον ένα ή τον άλλο λόγο μας κάνουν κακό, στραβές ιδέες, και τις άπειρες μικρότητες που πολιορκούν τη ζωή
Κ.Κ.