Η Αλήθεια του Πλάτωνα και η Πραγματικότητα του Επίκουρου
Άλτας Δημήτριος
Τι σημαίνει Αλήθεια και τι πραγματικότητα; Ποια είναι η συσχέτιση των δυο εννοιών; Η πραγματικότητα θα υποστηρίξει κάποιος μπορεί να είναι υποκειμενική ή αντικειμενική, «αληθινή» ή εικονική. Η Αλήθεια δεν έχει εκδοχές! Και αν κάποιες φορές αναφερόμαστε σε υποκειμενικές αλήθειες, αυτές αφορούν μάλλον διαφορετικές εκδοχές της πραγματικότητας.
Είναι μάλλον προφανές στον καθένα και δεδομένο για τους Επικούρειους, ότι ορισμοί των παραπάνω εννοιών είναι πολύ δύσκολο να δοθούν και ότι αυτές μόνο περιγραφικά μπορεί να προσεγγιστούν σε ικανοποιητικό βαθμό.
Στις μεταφυσικές φιλοσοφίες, στον Παρμενίδη και τον Πλάτωνα, το αληθινό και το πραγματικό ταυτίζονται και αφορούν κάτι το Ιδεατό εκτός τόπου και χρόνου, που προσεγγίζεται μέσω του Νου, ενώ ο κόσμος της κίνησης, των αισθήσεων και των συναισθημάτων, είναι ένας κόσμος ψευδαισθήσεων, ή μια ατελής αντανάκλαση του ιδεατού κόσμου, δηλαδή μία εικονική πραγματικότητα.
Στην υλιστική φιλοσοφία του Επίκουρου ο κόσμος των αισθήσεων και των συναισθημάτων είναι ο μόνος πραγματικός κόσμος. Τίποτα άλλο δεν υπάρχει πέρα από την πραγματικότητα που αντιλαμβανόμαστε με την λειτουργία των αισθήσεων και των οργάνων που επεκτείνουν αυτή την αντίληψη, την πραγματικότητα που επιβεβαιώνεται με την λογική ανάλυση των δεδομένων της παρατήρησης και του πειράματος που οδηγούν στην στέρεα επιστημονική γνώση. Αλλά και την πραγματικότητα που προσεγγίζεται με το συναίσθημα της ηδονής και της οδύνης.
Η γνώση όμως της πραγματικότητας αυτής παραμένει ατελής και μερική όσο και αν με την εξέλιξη της Επιστήμης εμβαθύνουμε συνεχώς στα μυστικά της. Την πραγματικότητα απλά μπορούμε να την προσεγγίσουμε σε ένα βαθμό και σε διάφορα επίπεδα. Αλλά πλήρης κατανόηση δεν είναι δυνατόν να υπάρξει δεδομένης και της απροσδιοριστίας που την χαρακτηρίζει και η οποία έχει περιγραφεί από τον Επίκουρο με την παρέγκλιση. Η πραγματικότητα λόγω της απροσδιοριστίας μπορεί επίσης να έχει διαφορετικές εκδοχές και διαφορετικές οπτικές. Απεχθάνεται τον ντετερμινισμό και της αρέσει να εκπλήσσει, να διαψεύδει δοξασίες, να ανατρέπει θεωρίες και μερικές φορές να επιβάλλει το αδιανόητο!
Η γνώση επίσης της πραγματικότητας από την στιγμή που προσεγγίζεται και με το συναίσθημα έχει επίσης και μια υποκειμενική διάσταση καθόλου αμελητέα.
Η γνώση όμως της Φύσης και η κατανόηση της πραγματικότητας στον βαθμό που την επιτυγχάνουμε, είναι αρκετή για να μπορέσουμε να εξηγήσουμε επαρκώς τον Κόσμο που μας περιβάλλει, να αποβάλλουμε τον φόβο που προκαλεί η Άγνοια της λειτουργίας της Φύσης και να ζήσουμε ήρεμα και με ασφάλεια, σε ένα κατανοητό και οικείο περιβάλλον, που μπορούμε να ελέγξουμε και να προβλέψουμε σε ικανοποιητικό βαθμό.
Ποια λοιπόν είναι η σχέση Αλήθειας και πραγματικότητας στην φιλοσοφία του Επίκουρου; Για να απαντήσουμε στο ερώτημα θα πρέπει να αναλύσουμε και την έννοια της Αλήθειας.
Η Αλήθεια είναι απόλυτη! Δεν διαπραγματεύεται την υπόσταση της! Δεν υπάρχουν διαφορετικές οπτικές της Αλήθειας ούτε διαφορετικές ερμηνείες! Η Αλήθεια είναι Ιδέα τέλεια, μονολιθική, μοναδική, άτοπη, άχρονη, ακίνητη! Είναι επομένως για τους Επικούρειους μία έννοια χωρίς περιεχόμενο αφού καμιά από αυτές τις ιδιότητες δεν υφίστανται στον αντιληπτό πραγματικό κόσμο. Είναι δοξασία της μεταφυσικής Φιλοσοφίας που αντιμάχεται την πραγματικότητα της Φύσης, όταν δεν υπάρχουν πιο σκοτεινές στοχεύσεις όπως συμβαίνει με τις μονοθεϊστικές θρησκείες που επέβαλαν τις «εξ αποκαλύψεως» αλήθειες τους, για να χειραγωγήσουν τους ανθρώπους, αποφεύγοντας επιμελώς τις λογικές εξηγήσεις. Γιατί πως αλλιώς το οφθαλμοφανέστατο Ψέμα θα γίνει αποδεκτό από τους ανθρώπους αν δεν ενδυθεί τον μανδύα της Απόλυτης εκ Θεού μη αμφισβητήσιμης Αλήθειας;
Μπράβο σας κύριε Άλτα. Ωραίο κείμενο.
Σάς παραθέτω ένα απόσπασμα κειμένου μου, για το «κριτήριο της αλήθειας»:
«Οι περισσότεροι από τους φιλοσόφους, δέχονται ότι το κριτήριο της αλήθειας, ως η συμφωνία της κρίσης με τα πράγματα, την πείρα, την εμπειρία, την πραγματικότητα, είναι ορθό και ασφαλές. Υπάρχουν, όμως, διαφοροποιήσεις μεταξύ των φιλοσόφων για τη σημασία της λέξης “πραγματικότητα”, όπως και της λέξης “κρίση”. Καθολική, όμως, είναι η αποδοχή από την “κοινή αντίληψη”, με την “καθημερινή της γλώσσα” και “ χρηστική θεωρία”( του Wittgenstein), της μεγάλης αξίας της “επιστήμης”, “της επιστημονικής μεθόδου” και των καταπληκτικών “επιστημονικών γνώσεων”. Οι γνώσεις αυτές προσέφεραν τις σημαντικότατες υπηρεσίες στον άνθρωπο, για την ευημερία του, την τεράστια αύξηση του προσδόκιμου της ζωής του, την προσέγγιση της ευτυχίας. Το κριτήριο αυτό της αλήθειας, ο Θεοδωρακόπουλος δέχεται ότι παρέχει “επιστημονικήν αλήθειαν”, ως εξής: “Εις την ανταπόκρισιν αυτήν των κρίσεων προς τα φαινόμενα έγκειται ό,τι ονομάζομεν επιστημονικήν αλήθειαν. Μόνον δε όταν η βασική υπόθεσις επικυρώνεται εις όλας τας λογικάς της συνεπείας εκ των πραγμάτων και έτσι εξηγεί την σειράν των φαινομένων, μόνον τότε έχομεν επιστημονικήν αλήθειαν”. Αυτό το “κριτήριο της αλήθειας”, το οποίο παρέχει την “επιστημονική γνώση”, περιλαμβάνεται στην επιστημονική μέθοδο, διότι περιέχεται ως η “επαλήθευση”, αυτής της μεθόδου.»